5.11.13

Τα τρία παρακλάδια της αλχημείας


Εν όψει ενός κειμένου σχετικά με την έννοια του Ερμητισμού, θέλω να θυμίσω  – και να προτείνω σε όσους δεν το γνωρίζουν – κάτι που είχα γράψει παλιότερα, σε ένα κείμενο σχετικό με το Liber de Radiis του Αλ-Κίντι (Το απόκρυφο τρίτο μονοπάτι της Αλχημείας – Η θεωρία της παγκόσμιας ακτινοβολίας, στο Strange 139), για τα τρία παρακλάδια της αλχημείας.
 


 
Η αλχημεία, και ειδικότερα η δυτική αλχημεία, μπορεί να χωριστεί σε τρεις κατηγορίες, ιεραρχικά, σε τρεις βαθμούς ή επίπεδα έρευνας, ή απλώς σε τρία παρακλάδια. Για να προλάβω μια συνηθισμένη παρεξήγηση, να διευκρινίσω ότι κανένα παρακλάδι δεν σχετίζεται με τη λεγόμενη «πνευματική αλχημεία», ούτε με την «εσωτερική αλχημεία» ή κάτι παρεμφερές. Οι διδασκαλίες και οι πρακτικές που είναι γνωστές με τέτοιες ονομασίες δεν έχουν καμία σχέση με την ίδια την αλχημεία αλλά μόνον με ορισμένα στοιχεία του συμβολισμού της, και η σχέση αυτή είναι έμμεση και, κατά κανόνα, όχι ουσιαστική –αν και κατά καιρούς εμφανίζονται συγκλονιστικές εξαιρέσεις.
Τα παρακλάδια λοιπόν είναι:
α) το πρώτο, ιεραρχικά το κατώτερο, αφορά τη μεταστοιχείωση των μετάλλων με υλικά και με μέσα χημικά. Μεγάλο μέρος των θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων αυτού του κλάδου ήταν γνωστό στην τάξη των τεχνιτών και οι ανακαλύψεις των αλχημικών εργαστηρίων εφαρμόζονταν σε επαγγέλματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους όπως το επάγγελμα του μεταλλουργού και του ζωγράφου αλλά και του φαρμακοποιού.
Η θεωρία των τεσσάρων στοιχείων, εφαρμοσμένη στη μεταστοιχείωση των μετάλλων, καθώς και μια λογική αριστοτελικού τύπου, αποτελούν τη βάση ερευνών αυτής της υφής. Μια παρατήρηση του F. Sherwood Taylor, που μελετούσε τα κείμενα των αλχημιστών της Αλεξάνδρειας, είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική εν προκειμένω: «…αν και το θείον αναφέρεται καμιά εκατοστή φορές, δεν γίνεται καμία νύξη για οποιοδήποτε από τα χαρακτηριστικά του εκτός από την επενέργειά του επάνω στα μέταλλα…οι αλχημιστές αδιαφορούσαν για τα φυσικά φαινόμενα που δεν χρησίμευαν στους σκοπούς τους» (A Survey of Greek Alchemy). Η τάση αυτή συστηματοποιήθηκε στο Ισλάμ από τον Αλ-Ραζί, ο οποίος αρνήθηκε τη συμβολική ερμηνεία της φύσης, τη μέθοδο η οποία, αντίθετα, αποτέλεσε το ουσιαστικό θεμέλιο της ιρανικής αλχημείας (η ατελής μεταστοιχείωση ενός μετάλλου σε χρυσό αποκαλείται «μεταστοιχείωση του Αλ-Ραζί» στο Ιράν, μέχρι σήμερα). Ο ίδιος ο Αλ-Κίντι είχε γράψει, από την οπτική γωνία της δικής του φιλοσοφίας του «εμπειρισμού», μια πραγματεία η οποία καταφερόταν ενάντια στο είδος της αλχημείας που εξασκούσε ο Αλ-Ραζί, και ο ο Αλ-Ραζί απάντησε με μια αντίκρουση των θέσεων του Αλ-Κίντι.
Στο πρώτο αυτό παρακλάδι οφείλει την προέλευσή της η χημεία όπως την ξέρουμε σήμερα, ενώ, αντιθέτως, δεν οφείλει τίποτα στο δεύτερο παρακλάδι.
β) το δεύτερο παρακλάδι, αυτό που ακολούθησαν όλοι οι μεγάλοι αλχημιστές, ανήκει στην Ιερή Τέχνη και σε αυτούς που ονομάστηκαν «υιοί του Ερμή», Ερμητιστές ή ερμητικοί Φιλόσοφοι (έχω ήδη ξεκαθαρίσει ότι η αρχαία ονομασία της Αλχημείας είναι Ιερή Τέχνη, στο άρθρο Ο παράξενος κόσμος των Αλχημιστών, στο Strange 135, όπου και παραθέτω τους σχετικούς τίτλους ελληνικών αλχημικών χειρογράφων). Το κύριο έμβλημα του επιπέδου αυτού είναι η Φιλοσοφική Λίθος, κεντρικό σύμβολο του Μεγάλου Έργου, στο οποίο αναπτύσσονται σε διάφορα στάδια οι αρχές και οι διεργασίες που περιέχει σε συνοπτική μορφή ο Σμαράγδινος Πίνακας του Ερμή του Τρισμέγιστου.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τo Μέγα Έργο είναι ένα μεγάλο Πρωτότυπο (πρωτό-τυπο), ένα πρωτότυπο που είναι όμως πειραματικό, αφού η Αλχημεία είναι μια μεταφυσική πειραματική. «Να συγκεντρώσεις την ορυκτή Ενέργεια υπό Μορφή κατάλληλη να διενεργήσει τη μεταλλική μεταστοιχείωση. Να συντονίσεις τη φιλοσοφική διδασκαλία με τις χειρωνακτικές εργασίες. Να καταστήσεις έκδηλο και απτό αυτό που είναι απόκρυφο μέσω των απλών δρόμων της εμπειρίας, αυτός είναι ο σκοπός της Ερμητικής Επιστήμης». Ο περιεκτικός αυτός ορισμός, που γράφτηκε από τον Julien Champagne στο La Vie Minérale (Η Ορυκτή Ζωή, 1908) είναι χαρακτηριστικός από την άποψη ότι καταδεικνύει πως ο δεύτερος κλάδος της αλχημείας, ως προς τις αναζητήσεις του, παρουσιάζει κάποιες αναλογίες με τον πρώτο κλάδο –τον οποίο, άλλωστε, οι Ερμητιστές γνώριζαν πάντοτε αρκετά καλά– αλλά με μια ουσιαστική διαφορά, που είναι ότι τα υλικά και τα μέσα της χημείας δεν επαρκούν για την αλχημεία του Μεγάλου Έργου (το απόσπασμα το υπονοεί αυτό, λίγο ή πολύ ξεκάθαρα). Οι όποιες αναλογίες υπάρχουν ανάμεσα στα δύο παρακλάδια, αποτελούν, όπως είναι ευνόητο, πηγή πάρα πολλών παρανοήσεων. Δεν είναι εύκολο να διακρίνεις πάντοτε τους Ερμητιστές από τους απλούς αλχημιστές της πρώτης κατηγορίας, πόσο μάλλον όταν αρκετοί από αυτούς έτρεφαν –και τρέφουν ακόμη– καλή τη πίστει την ψευδαίσθηση ότι είναι ερμητιστές. Η μελέτη των κλασικών κειμένων της Αλχημείας μπορεί να αποσαφηνίσει αρκετά σημεία πάνω σε αυτό το ζήτημα –αρκετοί αλχημιστές το συζητούν μέσα στα γραπτά τους.
γ) για το τρίτο μονοπάτι, δεν έχει γραφτεί ποτέ τίποτα το στοιχειωδώς ολοκληρωμένο, ακόμη και πολλοί από τους αλχημιστές δεν άκουσαν ποτέ τίποτα για την ύπαρξή του (για τους ιστορικούς, δεν το συζητάμε), κανείς ποτέ δεν μίλησε ανοιχτά αλλά μόνο με υπαινιγμούς. Το τρίτο αυτό μονοπάτι νομίζω ότι υπαινίσσεται ένας αλχημιστής της εποχής μας, ο Paolo Lucarelli, τον οποίον οι αναγνώστες μου ασφαλώς θα θυμούνται, όταν λέει: «Το αληθινό μυστικό είναι η Τέχνη καθ’εαυτή, όχι η όποια πρακτική της...Το μυστικό είναι Τέχνη»...
Στην προφορική παράδοση των αλχημιστών, το τρίτο αυτό παρακλάδι αποκαλείται «η Μία Οδός», η «Παγκόσμια Οδός». Στη γραπτή παράδοση, η σχετική έκφραση, που επαναλαμβάνεται από κείμενο σε κείμενο σε παραλλαγές, είναι, όπως την παραδίδει σε σύντομη μορφή ο Eirenaeus Philalethes, η ακόλουθη: «Ένα και μοναδικό δοχείο, μία και μοναδική ύλη, ένας και μοναδικός φούρνος». Η παλαιότερη σαφής αναφορά προέρχεται από το λεγόμενο Βιβλίο του Morienus, ένα αραβικό έργο που είναι το πρώτο αλχημικό βιβλίο που εμφανίστηκε στη δυτική Ευρώπη, και το οποίο περιέχει διδασκαλίες της βυζαντινής αλχημικής παράδοσης διά στόματος του «Morienus του Ρωμιού». Εκεί λέγεται ότι «Όπως όλα τα πράγματα προέρχονται από το Έν, έτσι το Μαγιστήριόν μου αποτελείται από μία Ουσία και μία Ύλη». Η γλώσσα παραπέμπει ευθέως στους κορυφαίους της αλεξανδρινής αλχημείας όπως ο Ζώσιμος Πανοπολίτης (θα επανέλθω στο βιβλίο αυτό, σε μελλοντικό άρθρο*). Σε ένα άλλο αραβικό κείμενο διαβάζουμε: «Δεν υπάρχει παρά μία Λίθος, ένας μόνον τρόπος εψήσεως, για να φτάσουμε στο λευκό και στο ερυθρό, και τα πάντα τελειοποιούνται σε ένα μόνο δοχείο.» (Declaratio lapidis physici). Σε μεταγενέστερα κείμενα των αλχημιστών της δυτικής Ευρώπης, η ίδια έκφραση παρουσιάζεται ορισμένες φορές με θρησκευτικές και σωτηριολογικές αποχρώσεις: «Σε ένα γυάλινο δοχείο, ένα πράγμα, ένα πυρ, και τίποτα περισσότερο. Αυτό το έργο είναι τέλειο. Δόξασε τον Θεό.» (Theatrum Chemicum Brittanicum), «Η λίθος είναι μία, το φάρμακο ένα, το δοχείο ένα, μία η εργασία και μία η μέθοδος» (Rosarium Philosophorum).
Μια πρώτη παρατήρηση, είναι ότι στα παραπάνω αποσπάσματα χρησιμοποιείται η συμβολική γλώσσα του Μεγάλου Έργου, παρόλο που υπονοείται ένα τρίτο πεδίο έρευνας που βρίσκεται μετά το ίδιο το Μέγα Έργο. Με άλλα λόγια, οι ελάχιστες αυτές γραπτές κωδικές αναφορές στο τρίτο μονοπάτι, δανείζονται τη γλώσσα του Μεγάλου Έργου, και αυτό δεν είναι τυχαίο αλλά υποδεικνύει ότι υπάρχουν αναλογίες, φιλοσοφικές και τεχνικές αναλογίες, ανάμεσα στα δύο επίπεδα. Αντίστοιχη διαδικασία έχει παρατηρηθεί και στο δεύτερο παρακλάδι, όταν πρακτικές του πρώτου επιπέδου χρησιμοποιούνται ως «μοντέλο» για τα διάφορα στάδια του Μεγάλου Έργου.

Η πιο σαφής αναφορά στο τρίτο παρακλάδι –και η πιο αινιγματική ταυτόχρονα– έχει γίνει από τον αλχημιστή και συγγραφέα Rene Alleau, τον κορυφαίο μελετητή των ερμητικών επιστημών και εκπρόσωπο της «Σχολής Fulcanelli». Το παράδοξο είναι ότι η αναφορά του Alleau δεν γίνεται σε κάποιο από τα βιβλία του (γνωστά μόνον στους cognoscenti) αλλά στο άρθρο που έγραψε για την αλχημεία κατά παραγγελία της Encyclopaedia Universalis! Υπάρχει μια στρατηγική, προφανώς, πίσω από αυτή την επιλογή. Ένας ασφαλής τρόπος να στείλεις ορισμένες ζωτικές πληροφορίες στο μέλλον είναι να τις εμπιστευθείς σε μια εγκυκλοπαίδεια. Και αυτό έκανε ο Rene Alleau στο εμπεριστατωμένο αυτό εγκυκλοπαιδικό άρθρο, το οποίο αργότερα εκδόθηκε σε ξεχωριστό βιβλιαράκι. Όσον αφορά το τρίτο παρακλάδι, ο Rene Alleau δίνει τελείως τηλεγραφικά, όπως είναι αναμενόμενο, δυο τρομερά ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Η πρώτη λέει ότι το τρίτο παρακλάδι «δεν είναι κατ’ουσίαν διαφορετικό από την αρχαϊκή κινεζική παράδοση». Ενώ η δεύτερη, ότι η αραβική πηγή «η πιο κοντινή προς αυτή τη μυστική παράδοση» είναι το Liber de Radiis του Αλ-Κίντι...

Δημήτρης Τσουμάνης
 

* Έκτοτε δεν επανήλθα στον Morienus, αλλά ερευνώντας την περίπτωσή του, όπως και τη βυζαντινή αλχημεία γενικότερα, συνάντησα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για τον ίδιο τον κόσμο της λεγόμενης Ύστερης Αρχαιότητας, για τα οποία θα ήταν αρκετά πρώιμο να μιλήσω. Και πώς να μιλήσει κανείς, πόσο μάλλον για ένα θέμα τόσο σκοτεινό όπως η αλχημεία, όταν η υποτιθέμενη γνώση μας για την Ύστερη Αρχαιότητα παραμένει, ακόμα, και παρά τα φαινόμενα, φορτωμένη από ιδεολογικές και άλλες προκαταλήψεις;