11.8.12

Ο Άνθρωπος του Δάσους – Ο Τρελός του Έργου

Η κρυμμένη αρμονία, όχι των αντιθέτων αλλά των ετέρων

...η μαγική Γη αποκαλείται Γεωμαντεία... Αλλά μετατρεπόμενη μέσω της μηχανικής Μαγείας σε ύδωρ, λέγεται γι’ αυτό Υδρομαντεία... Και λέγεται εξίσου Αερομαντεία από τον αέρα, ο οποίος όχι μόνο βρίσκεται σε αυτή τη μαγική ουσία μαζί με τα άλλα τρία στοιχεία, αλλά ακόμη επειδή στη μαγική τους κυκλοφορία, και ανύψωση, όπως η Γη γίνεται ύδωρ, έτσι αυτό ανερχόμενο μετατρέπεται σε αέρα, ο οποίος φθάνοντας τελικά στην ύστατη τελειοποίηση, ολόκληρος μεταμορφώνεται στην πύρινη φύση. Επομένως, καθώς η ηρωϊκή Λίθος είναι καθαρό πυρ, γι’ αυτό και η μαντεία που γίνεται μέσω αυτής εύλογα ονομάζεται Πυρομαντεία...
Il Mondo Magico de gli Heroi (μτφρ. Δ.Τ.)


Προχέδιο της Sveva Caetani για το Τρίπτυχο σε κίτρινο και γκρίζο


Παραθέτω εδώ το υποκεφάλαιο με τίτλο «Στοιχεία της αρχαϊκής φυσικής θρησκείας», από το άρθρο μου Το Απόκρυφο Τρίτο Μονοπάτι της Αλχημείας (Strange 139), μαζί με ορισμένες σημειώσεις που κράτησα ξαναδιαβάζοντάς το πρόσφατα. Αν το προτείνω ξανά, είναι γιατί είμαι πεπεισμένος ότι Ταοϊσμός και Ερμητισμός οδηγούν μακριά, πολύ μακριά (αλλά ποιός Ταοϊσμός, ποιός Ερμητισμός...). Για όποιον από την ίδια του τη φύση, ή από μία ορισμένη πλευρά του εαυτού του, είναι σε θέση να εννοήσει, αρκεί να μη μείνει στο γράμμα αλλά να αναζητήσει το πνεύμα του κειμένου. Έχοντας, όμως, κατά νου ότι το πνεύμα περνάει (αυστηρά) μέσα από το γράμμα, ότι το πνεύμα χωρίς το γράμμα είναι νεκρό.


«Θα πω λοιπόν ότι η ύλη από την οποία είναι φτιαγμένη η πέτρα των φιλοσόφων έγινε όταν δεν είχε ακόμη γίνει ο άνθρωπος, και ότι αυτή ονομάζεται φιλοσοφική γη...»
Discours d’Autheur incertain sur la Pierre des Philosophes (16ος αιώνας)

Όταν κάποιος ξεκινήσει να μελετάει σοβαρά τον Ταοϊσμό και γενικά το πνευματικό σύμπαν των Κινέζων, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί αντιμέτωπος με το βασικό πρόβλημα που παρουσιάζεται σε κάθε απόπειρα γνωριμίας με τις παραδόσεις της Ανατολής. Και αυτό, βέβαια, δεν είναι άλλο από πρόβλημα γλώσσας και ερμηνείας. Όσον αφορά τον Ταοϊσμό, ειδικότερα, το χρόνιο αυτό πρόβλημα, έχει εδώ και δεκαετίες παγιωθεί σε έναν ορισμένο τρόπο και τύπο ερμηνείας που είναι προϊόν της ορθολογιστικής και ιδεαλιστικής δυτικής νοοτροπίας. Ο τύπος αυτός ερμηνείας είναι κυρίως γνωστός από την επινόηση του όρου «φιλοσοφικός Ταοϊσμός», που χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη των γραπτών πηγών. Προέκυψε όταν άρχισαν να εφαρμόζονται κριτήρια τα οποία είναι εντελώς ξένα προς τον κινεζικό τρόπο του νοείν, και τα οποία, στην πραγματικότητα, ισχύουν για ένα μόνον κομμάτι της δυτικής Ιστορίας της φιλοσοφίας (καθώς και της δυτικής «φιλοσοφίας της Ιστορίας»). Οι μελετητές κατέληξαν έτσι σε έναν τεχνητό διαχωρισμό ανάμεσα σε έναν υποτιθέμενο «λαϊκό Ταοϊσμό», από τη μία, στον οποίον δίνεται έμφαση στις τελετουργικές πρακτικές, και σε έναν «φιλοσοφικό Ταοϊσμό» από την άλλη, ο οποίος υποτίθεται ότι είναι ο «καθαρός» Ταοϊσμός, ο Ταοϊσμός καθ’εαυτόν (και με τέτοια μορφή, ως «Κινεζική Φιλοσοφία», περιλαμβάνεται στις Ιστορίες της φιλοσοφίας).

Το πρώτο έργο που έσπασε κάθε δεσμό με αυτά τα ερμηνευτικά σχήματα είναι το Le Corps Taoïste, Corps Physique – Corps Social (Το Ταοϊστικό Σώμα, Σώμα Φυσικό – Σώμα Κοινωνικό) του καθηγητή Kristofer Schipper, που εκδόθηκε το 1982 και, ήδη από τον τίτλο του, υποδηλώνει την πρόθεση να αποκατασταθεί η σημασία των τελετουργικών πρακτικών των ταοϊστικών παράδοσεων και του κακώς εννοούμενου ««λαϊκού Ταοϊσμού», τον οποίο ο συγγραφέας γνώρισε ο ίδιος πολύ καλά από κοντά, στις κοινότητες όπου οι αρχαίες παραδόσεις είναι ακόμη μια ζωντανή και βιωμένη πραγματικότητα [1]
Το σώμα, στο έργο του Schipper, παίρνει διάφορες σημασίες και είναι η έννοια-κλειδί που ο συγγραφέας ενεργοποιεί για να περάσει τον αναγνώστη σε ένα παράλληλο νοητικό και αντιληπτικό σύμπαν, σε ένα σύμπαν όπου η μάχη ανάμεσα στη φύση και στο πνεύμα, όπως την ξέρουμε, η μάχη ανάμεσα στη φύση και στον πολιτισμό, απλώς δεν υφίσταται [2]. Συνδυάζοντας τα κείμενα και τις τελετουργίες, και παρατηρώντας τα σώματα στις φυσικές, στις μυητικές και στις κοινωνικές τους διαστάσεις, ο Schipper συνθέτει παράλληλες αφηγήσεις για να αφηγηθεί τις μεταμορφώσεις του «σώματος του Ταό».
Θα αναφερθώ σε μια από αυτές τις παράλληλες αφηγήσεις, που αφορά τον μύθο της γέννησης του Λάο Τσε. Η ιστορία λέει ότι ο Λάο Τσε, ο Παιδιογέρων (Λάο Τσε σημαίνει Γέρων–Παιδίον) γεννήθηκε με άσπρα μαλλιά, δηλαδή γέροντας σοφός, αφού παρέμεινε για πολλά χρόνια στη μήτρα μιας παρθένας. Αυτό μπορεί να ερμηνευθεί ως αλληγορία, που άλλο λέει («αλληγορεί») από αυτό που λέει, δηλαδή το γεγονός της φυσικής γέννησης αναφέρεται σε μια άλλου τύπου «γέννηση». Αλλά μπορεί, επίσης, να ερμηνευθεί συμβολικά, ως συμβολή ανάμεσα σε δυο διαφορετικά συμβάντα που αναλογούν το ένα προς το άλλο και συμβολίζονται το ένα με το άλλο, με άλλα λόγια, το ένα είναι σύμβολο του άλλου, αμφίδρομα, και όχι προς μια μόνο κατεύθυνση όπως συμβαίνει στην αλληγορία (η λεπτομέρεια αυτή κάνει όλη τη διαφορά ανάμεσα στο σύμβολο και στην αλληγορία, που κατά κανόνα συγχέονται) [3]. Ο Schipper διαβάζει την ιστορία του Λάο Τσε συμβολικώς, και τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει είναι κατά τη γνώμη μου σπάνιας αξίας. Τα αναφέρω περιληπτικά.
Αν ο λαϊκός θρύλος της γέννησης του Λάο Τσε διαβαστεί ως μυητική αφήγηση [4], αποκαλύπτει τρία βασικά θέματα της ταοϊστικής παράδοσης: α) η προγενέστερη ζωή μέσα στη μήτρα, η εμβρυακή ζωή, οι μεταλλαγές του Ενός β) η «μετουσίωση» της Μητέρας και του υιού, που μεταφράζεται ακόμη στη μεταβίβαση των μυστικών του σώματος και γ) ο θηλυκός χαρακτήρας του «εξωτερικού» ταοϊστικού σώματος σε αυτόν τον κόσμο [5].

Τί λέει, με δυο λόγια, ο Schipper; Ότι το φυσικό σώμα και το «μυητικό σώμα» είναι ένα και το αυτό σε ένα βαθύτερο, «αρχαϊκό» επίπεδο.
Σύμφωνα με τις ταοϊστικές διδασκαλίες, το Σώμα του Ταό (για να επαναλάβω τον όρο του Schipper) είναι αρχικώς γυναίκα, έπειτα παιδί. Στη γυναίκα το Ταό παίρνει σώμα, διαμέσου αυτής το Ταό αποκαλύπτεται. Η μητέρα αποκαλύπτει τα «μυστικά του σώματος». Εκείνες που θρέφουν το έμβρυο της αθανασίας είναι οι μητέρες. Σε ένα ταοϊστικό κείμενο, ο δάσκαλος μιλάει αυτή τη γλώσσα αναφερόμενος στον ίδιο του τον εαυτό: «Οι ενέργειες γιν και γιανγκ του Πρότερου Ουρανού είναι ήδη ενωμένες στο σώμα μου. Η σεξουαλική πράξη λαμβάνει χώρα εντός μου, το έμβρυο έχει ήδη σχηματισθεί. Είμαι στο σημείο να γεννήσω...».
Στο παραπάνω απόσπασμα αξίζει να προσεχθεί και η έκφραση «Πρότερος Ουρανός», η οποία γενικά ισοδυναμεί με την έκφραση «Πρωταρχικό Σύμπαν». Σύμφωνα με την κινεζική αλχημική παράδοση, το σύμπαν είναι αδημιούργητο και ακατάστρεπτο, μια ιδέα που αποτελεί πρόκληση για τη λογική. Ένα ρητό που αποδίδεται στον Κομφούκιο, μεταφράζει πολύ καλά αυτό που εννοούν οι αλχημιστές και καταστρέφεται αν μπει στα σχήματα της διαλεκτικής (γιατί το πιο φωτεινό είναι και το πιο εύθραυστο). Όταν ρώτησαν τον Κομφούκιο αν μπορούμε να γνωρίζουμε κάτι για την εποχή που δεν υπήρχε ο κόσμος, εκείνος απάντησε ότι μπορούμε, γιατί η εποχή εκείνη είναι τόσο παλαιά όσο και η σημερινή...

Στην δυτική αλχημεία, υπάρχουν διάφορα στοιχεία που παραπέμπουν σε μια ανάλογη αρχαϊκή, αρχέγονη ή πρωταρχική εμπειρία. Αρκετά από αυτά αναφέρονται στην Πρώτη Ύλη, την πρώτη από τις τρεις θεμελιώδεις αρχές της Αλχημείας, περισσότερα αναφέρονται στον Υδράργυρο, τη δεύτερη αρχή, και λιγότερα στο Θείον, την τρίτη αρχή.
Υδράργυρος (Mercurius, Ερμής) είναι η ονομασία που έδωσαν οι Ερμητιστές, σύμφωνα με τη συμβολική των αναλογιών, σε ένα περίπλοκο σύνολο συνδυασμών, και επιλέχθηκε εξαιτίας της υγρής κατάστασης του γνωστού μετάλλου. Ο Υδράργυρος ονομάζεται και Τρελός του Μεγάλου Έργου, για την αστάθεια και την πτητικότητά του, ή απλώς Τρελός της Φύσης... Οι ίδιοι οι «υιοί του Ερμή» αποκαλούνται Τρελοί και η ερμητική επιστήμη Επιστήμη των Τρελών [6]. Σε αυτό το πνεύμα, ο Fulcanelli [7] παρατηρεί ότι το κηρύκειο του θεού Ερμή δεν διαφέρει από το κρόταλον, αρχαίο παιχνίδι των παιδιών, και ότι, ως σκήπτρο των τρελών, το κηρύκειο εκφράζει την έμφυτη απλότητα που έχουν τα βρέφη «και την οποία η επιστήμη απαιτεί από τους σοφούς»...

Η πιο αρχαϊκή συμβολική μορφή του Τρελού της Φύσης, του Υδραργύρου, είναι ο Άνθρωπος του Δάσους. Ο γέρος με το πράσινο δέρμα, ο Πράσινος Άνθρωπος που έχει στοιχειώσει τη φαντασία των λαών, ο μυστηριώδης Ξένος με τον πράσινο μανδύα, που ταξιδεύει πάνω σε ένα μαγικό χαλί από πράσινο μετάξι, ο άγγελος με το πράσινο πρόσωπο, το μάτι του Όσιρη (το μάτι από πράσινο πηλό στις μούμιες), ένας κάτοικος του Παραδείσου, αν πιστέψουμε το Κοράνι που λέει ότι «οι κάτοικοι του Παραδείσου φορούν πράσινους μανδύες» (76:21). Ο Άνθρωπος του Δάσους είναι αυτό το παράξενο πλάσμα που μιλάει την ξύλινη γλώσσα, τη γλώσσα του δάσους, τη γλώσσα της ύλης (ύλη σημαίνει δάσος στην αρχαία γλώσσα), τη γλώσσα της φύσης, τη «γλώσσα των πουλιών», δηλαδή μια γλώσσα «πτητική», «υδραργυρική», ερμητική.

Υπάρχει μια ζωγραφιά του Liang Kai (12ος αιώνας), που απεικονίζει έναν Αθάνατο της Άπω Ανατολής, έναν χσιεν (κυριολεκτικά σημαίνει «άνθρωπος του βουνού»), σαν να είναι ένα ογκώδες και στρογγυλεμένο βουνό. 


Το πρόσωπό του, άμορφο και ασχημάτιστο, θυμίζει πρόσωπο νεογέννητου και φέρνει στο νου τους στίχους του Ταό Τε Κινγκ: «Μονάχα εγώ ατάραχος μένω/ σαν βρέφος που δεν χαμογέλασε/ που δεν έδωσε ακόμα σημάδι» (κεφ.20). Η τεχνική του πινέλου είναι εκείνη που χρησιμοποιείται για τη ζωγραφική τοπίου και ποτέ για τα πορτραίτα.
Δημήτρης Τσουμάνης



σημειώσεις

[1] Επίσης, σημαντική είναι προς αυτή την κατεύθυνση η συμβολή του Michael Saso με τον Master Chuang (βλ. Χοροβασία), και μερικών άλλων ακόμη, στους οποίους και θα αναφερθώ στο μέλλον.

[2] Βλ. και Πέρα από την εφήμερη εξουσία της στιγμής, το παράδειγμα του βοσκού:
  
  Πριν μερικά χρόνια, ρώτησαν έναν γέροντα βοσκό που ποτέ δεν έφυγε από τα βουνά της Ηπείρου, να τους πει, τώρα που έφτασε στο τέρμα, που ήπιε όλο το ποτήρι της ζωής ως τον πάτο, τί κατάλαβε, τί είναι η ζωή, και αυτός απάντησε με δύο ρήματα, με μία απάντηση αντάξια ενός Προσωκρατικού ή ενός Ταοϊστή: “Έφεξε... Νύχτωσε...”.

Ο λόγος είναι, βέβαια, για το Χαμένο Μονοπάτι.

[3] Η «αλληγορία», με αυτή την έννοια, είναι ιδεαλιστική, καθώς ο χθόνιος χαρακτήρας του συμβόλου τείνει να εξαερωθεί: οι ιδέες δεν ενσαρκώνονται, δεν ζουν και δεν πεθαίνουν, άρα αποκλείεται και να φανερωθούν, όχι μόνο «σε αυτόν εδώ τον κόσμο», αλλά ούτε και στην αντίπερα όχθη, πέρα από τη ζωή και πέρα από τον θάνατο. Πού αλλού τότε είναι η Οδός (το «Ταό») αν όχι έξω από αυτόν τον κόσμο;

[4] Ιδιαίτερα σημαίνουσα είναι η υπόγεια συγγένεια της μορφής του Λάο Τσε με τον Θωθ (και κατ' επέκταση με τον Ερμή-Θωθ, τον Ερμή τον Τρισμέγιστο), κάτι που δεν έχει προσεχθεί όσο θα έπρεπε. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Λάο Τσε ήταν αρχειοθέτης-βιβλιοθηκάριος, όπως ο Θωθ, σύμβολο του αιγυπτιακού ιερατείου, ήταν ο «γραμματέας των θεών» και ο επινοητής της γραφής. Στην Κόρη Κόσμου, θεμελιώδες κείμενο του αλεξανδρινού ερμητισμού, ο Ερμής ο Τρισμέγιστος παρουσιάζεται ως δημιουργός και φύλακας των απόκρυφων ιερών βιβλίων. Ανάλογος είναι ο ρόλος των διδασκάλων στον Ταοϊσμό, καθώς οι ταοϊστές διδάσκαλοι είναι, κατά τον τύπο του Λάο Τσε, οι φύλακες των Γραφών.
Δεν πρέπει, άλλωστε, να ξεχνάμε ότι η βάση του Ταοϊσμού είναι ο Κανόνας, το «ταοϊστικό Corpus». «Ο Ταοϊσμός βρίσκεται εξ ολοκλήρου υπό το σημείο του γραπτού» σημειώνει ο Schipper, «γιατί η δημιουργία του Σύμπαντος συντελείται εκκινώντας από το σημείο» – «εν αρχή ην το σημείο»... Μια ανάλογη οπτική γωνία στο ωραίο βιβλίο του Ρολάν Μπαρτ για την Ιαπωνία, Η Επικράτεια των Σημείων (L'Empire des Signes, 1970).

[5] Τα «μυστικά του σώματος» μπορεί να αναζητήσει κανείς και στις ταντρικές παραδόσεις, κυρίως το τρίτο σημείο, τον θηλυκό χαρακτήρα του «εξωτερικού» ταοϊστικού σώματος «σε αυτόν τον κόσμο», που αποτελεί και το σημείο εκκίνησης για τον ταντριστή: το «σώμα της Σάκτι» (κάθετί που είναι γη, ύλη), υδραργυρικό σώμα το οποίο, όπως το ερμητικό Δοχείο, περιέχει τον Φιλοσοφικό Χρυσό, το «σπέρμα του Σίβα» ή το έμβρυο της αθανασίας.

Ένα ζήτημα που πρέπει να τεθεί και να ξεκαθαρισθεί είναι το εξής: δεν είναι δυνατόν να προσέρχεται κανείς στις ανατολικές παραδόσεις ως «νεοφώτιστος». Η μετάβαση στο πνευματικό κλίμα της Ανατολής δεν είναι ούτε τόσο άμεση ούτε τόσο αυτονόητη όσο υποτίθεται συνήθως. Πηγαίνουμε στην Ανατολή ως δυτικοί, είτε το ξέρουμε είτε όχι, είτε το θέλουμε είτε όχι (στη Δύση, συμβατικά μιλώντας, ανήκει και η «καθ' ημάς Ανατολή»). Και όχι μόνο, αλλά θα έλεγα ότι πρέπει συνειδητά να πηγαίνουμε ως δυτικοί. Μόνο τότε θα είναι πραγματική η συνάντηση. Η κρυμμένη αρμονία, όχι των αντιθέτων αλλά των ετέρων.

[6] Έχω αναφερθεί αρκετές φορές στην Αλχημεία ως Επιστήμη των Τρελών, και στην Αλχημεία ως Ludus Puerorum («παιδιών παιχνίδι»). Η αναζήτηση αυτού που είναι αρχέγονο, αρχαϊκό, δεν μπορεί να προκύψει ως θεωρητικό ενδιαφέρον, ούτε και να πραγματοποιηθεί ως θεωρητικό ενδιαφέρον. Γιατί είναι η αναζήτηση μιας γης, έστω και αν αυτή η γη είναι «φιλοσοφική»...

[7] Πόσο διαφέρει η ερμηνεία αυτή του Fulcanelli από ορισμένες ψευδο-επιστημονικές απόψεις που κυκλοφορούν σήμερα για το κηρύκειο και οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την Ερμητική Παράδοση... Ένας βασικός κανόνας για τους αλχημιστές, αλλά και για τους μελετητές, είναι: Απόφυγε, όσο μπορείς, τις συγκρίσεις ανάμεσα στην αλχημεία και στη σύγχρονη επιστήμη. Αλλά είναι στην πορεία που συνειδητοποιεί κανείς πλήρως τη σημασία αυτής της «απαγόρευσης». Η Αλχημεία (όπως και ο Ταοϊσμός, άλλωστε) δεν είναι ανθρωποκεντρική, και αυτό συνιστά, κατά βάση, την ιδιαίτερη δυσκολία της.